Η ψύχωση αποτελεί μία από τις πιο σύνθετες και παρεξηγημένες καταστάσεις στον χώρο της ψυχικής υγείας. Ένα ψυχωτικό επεισόδιο, συνήθως εμφανίζεται ξαφνικά, σε ηλικίες από 17-35 ετών, χαρακτηρίζεται από σοβαρή διαταραχή στην αντίληψη της πραγματικότητας, η οποία εκδηλώνεται μέσω παραισθήσεων, παραληρητικών ιδεών ή έντονης αποδιοργάνωσης στη σκέψη και τη συμπεριφορά (American Psychiatric Association, 2015; Jauhar et al., 2022). Αν και συχνά συνδέεται με χρόνιες διαταραχές όπως η σχιζοφρένεια, ψυχωτικά επεισόδια μπορούν να εμφανιστούν και σε άλλες κλινικές καταστάσεις, όπως η διπολική διαταραχή ή σοβαρές καταστάσεις στρες (Correll & Schooler, 2020).
Η σημασία της κατανόησης του ψυχωτικού επεισοδίου υπερβαίνει τον κλινικό χώρο. Η έγκαιρη αναγνώριση των συμπτωμάτων και η πρόσβαση σε εξειδικευμένη φροντίδα μπορούν να βελτιώσουν σημαντικά την πρόγνωση, να μειώσουν τον κίνδυνο υποτροπής και να ενισχύσουν την κοινωνική και επαγγελματική λειτουργικότητα (Fusar-Poli et al., 2017). Παράλληλα, η αποστιγματοποίηση της ψύχωσης αποτελεί κρίσιμο κοινωνικό στόχο, καθώς τα άτομα που την βιώνουν συχνά αντιμετωπίζουν στιγματισμό και κοινωνικό αποκλεισμό, γεγονός που μπορεί να επιδεινώσει την πορεία της νόσου (Yung et al., 2021).
Στο παρόν άρθρο, θα εξετάσουμε σε βάθος τι είναι το ψυχωτικό επεισόδιο, ποια είναι τα κύρια συμπτώματα και οι αιτίες του, πώς γίνεται η διάγνωση και ποια θεραπευτικά μέσα είναι διαθέσιμα. Επιπλέον, θα συζητήσουμε το πότε πρέπει να ζητηθεί βοήθεια, ποια είναι η πιθανή πορεία και πρόγνωση, και θα απαντήσουμε σε συνήθεις ερωτήσεις ώστε να διευκρινίσουμε παρερμηνείες και να μειώσουμε τον φόβο γύρω από το θέμα.
Τι είναι το ψυχωτικό επεισόδιο;
Ένα ψυχωτικό επεισόδιο δεν συνιστά από μόνο του διάγνωση, αλλά αποτελεί σύμπτωμα ή στοιχείο που εντάσσεται στο ευρύτερο διαγνωστικό πλαίσιο. Η παρουσία του μπορεί να υποδεικνύει την ύπαρξη μιας υποκείμενης ψυχωτικής διαταραχής, όπως η σχιζοφρένεια, η σχιζοσυναισθηματική διαταραχή ή η διπολική διαταραχή με ψυχωτικά χαρακτηριστικά. Συνεπώς, η διάγνωση προκύπτει από τη συνολική αξιολόγηση ενός συνόλου συμπτωμάτων, της διάρκειας και του τρόπου εμφάνισής τους, και όχι από την μεμονωμένη εκδήλωση ενός επεισοδίου. (Correll & Schooler, 2020; Insel, 2016). Παράλληλα, μπορεί να προκληθεί και από σοβαρό στρες, κατάχρηση ουσιών ή ορισμένες σωματικές/νευρολογικές παθήσεις (Van Os & Reininghaus, 2016).
Πότε εκδηλώνεται;
Η πρώτη εμφάνιση συχνά λαμβάνει χώρα στην εφηβεία ή στα πρώτα χρόνια της ενηλικίωσης (Fusar-Poli et al., 2017). Το επεισόδιο μπορεί να είναι σύντομο και διαχειρίσιμο ή να αποτελεί την αρχή μιας χρόνιας διαταραχής, ανάλογα με την αιτιολογία, τη βαρύτητα και την έγκαιρη αντιμετώπιση (Jauhar et al., 2022).
Πώς διακρίνεται από άλλες ψυχικές διαταραχές;
Η βασική διαφορά από άλλες διαταραχές (όπως οι αγχώδεις ή οι καταθλιπτικές) είναι η απώλεια επαφής με την πραγματικότητα μέσω παραληρητικών ιδεών ή παραισθήσεων (American Psychiatric Association, 2015). Αντίθετα, σε αγχώδεις ή καταθλιπτικές καταστάσεις, το άτομο μπορεί να έχει έντονη δυσφορία αλλά η επαφή με την πραγματικότητα παραμένει ανέπαφη (Kahn et al., 2015).
Η κατανόηση του τι είναι το ψυχωτικό επεισόδιο είναι μείζονος σημασίας για τη σωστή διάγνωση και την αποφυγή παρανοήσεων. Πρόκειται για ένα σοβαρό αλλά αντιμετωπίσιμο σύμπλεγμα συμπτωμάτων που απαιτεί επαγγελματική αξιολόγηση και υποστήριξη (Yung et al., 2021).
Συμπτώματα ψυχωτικού επεισοδίου
Ένα ψυχωτικό επεισόδιο χαρακτηρίζεται από έντονα συμπτώματα που περιλαμβάνουν παραληρητικές ιδέες, ψευδαισθήσεις (οπτικές, ακουστικές κ.α.), αποδιοργανωμένο λόγο (ασυναρτησία ή συχνός εκτροχιασμός) ή αποδιοργανωμένη συμπεριφορά. Συχνά στη βιβλιογραφία αναφέρονται και ως «θετικά συμπτώματα» (Van Os & Reininghaus, 2016; McCutcheon et al., 2023).
Παραισθήσεις, κυρίως ακουστικές (π.χ. φωνές που σχολιάζουν ή διατάζουν), αλλά και οπτικές, απτικές ή οσφρητικές (American Psychiatric Association, 2015).
Παραληρητικές ιδέες, δηλαδή ισχυρές πεποιθήσεις που δεν στηρίζονται στην πραγματικότητα, όπως ιδέες καταδίωξης («με παρακολουθούν»), μεγαλείου («είμαι παντοδύναμος/η»), ή αναφοράς («οι ειδήσεις μιλάνε για μένα») (Kahn et al., 2015).
Αποδιοργάνωση λόγου ή συμπεριφοράς, όπως ασύνδετος λόγος, παράδοξες πράξεις ή έντονη διέγερση (McCutcheon et al., 2023).
Τα παραπάνω συμπτώματα είναι συχνά εκείνα που προκαλούν την πιο έντονη ανησυχία στο άτομο και το περιβάλλον του και οδηγούν πιο συχνά στην αναζήτηση βοήθειας (Jauhar et al., 2022).
Επιπλέον συμπτώματα ή αλλιώς «αρνητικά συμπτώματα» προκαλούν μείωση ή απώλεια φυσιολογικών λειτουργιών και συχνά είναι πιο δύσκολα στην αναγνώριση και τη διαχείρισή τους. Ενδεικτικά αναφέρονται τα παρακάτω:
Συναισθηματική αποσύνδεση (diminished emotional expression): μειωμένη εκφραστικότητα προσώπου, έλλειψη βλεμματικής επαφής, έλλειψη χρωματισμού φωνής κατά τη διάρκεια της ομιλίας.
Αλογία (Alogia): έλλειψη ή μειωμένη ομιλία είτε σε ποσότητα είτε σε περιεχόμενο.
Αντιδραστική αμβλύτητα (anhedonia): μειωμένη ικανότητα να νιώθει ευχαρίστηση.
Έλλειψη κινήτρων (avolition): Ελάχιστο ή καθόλου ενδιαφέρον για τη δουλειά αλλά και για μελλοντικούς στόχους.
Κοινωνική απόσυρση (asociality) απομάκρυνση από σχέσεις και κοινωνικές δραστηριότητες. (Kirkpatrick et al., 2017; Correll & Schooler, 2020).
Αυτά τα συμπτώματα συχνά παραμένουν και μετά την ύφεση των έντονων συμπτωμάτων, επηρεάζοντας την καθημερινή λειτουργικότητα και την ποιότητα ζωής (Fusar-Poli et al., 2017).
Άλλα συμπτώματα
Σε ορισμένες περιπτώσεις, παρατηρείται δυσκολία στη μνήμη, στη συγκέντρωση- το άτομο δυσκολεύεται να συγκεντρωθεί στη δουλειά- και την προσοχή-το άτομο δυσκολεύεται να παρακολουθήσει συζητήσεις ή τηλεόραση. (Van Os & Reininghaus, 2016; McCutcheon et al., 2023).
Ποιες είναι οι αιτίες:
Η εμφάνιση ενός ψυχωτικού επεισοδίου δεν έχει μία μοναδική αιτία αλλά προκύπτει συνήθως από τη σύνθετη αλληλεπίδραση βιολογικών, γενετικών, περιβαλλοντικών και ψυχοκοινωνικών παραγόντων. Η σύγχρονη έρευνα υποστηρίζει ένα πολυπαραγοντικό μοντέλο πρόβλεψης των παραγόντων κινδύνου, όπου οι παράγοντες αυτοί αυξάνουν την ευαλωτότητα ή δρουν ως παράγοντες πυροδότησης. Ψυχωτικά επεισόδια μπορεί να εμφανιστούν και μετά την ηλικία των 45,αλλά θεωρούνται νευροεκφυλιστικής αιτιολογίας. (Insel, 2016; Howes & Murray, 2014).
Γενετικοί και βιολογικοί παράγοντες:
Οι ψυχωτικές διαταραχές συχνά προέρχονται έχουν τις ρίζες τους στη κληρονομικότητα. Ο γενετικός κίνδυνος είναι αυξημένος σε άτομα με συγγένεια πρώτου βαθμού που έχουν διαγνωστεί με σχιζοφρένεια ή άλλη ψυχωτική διαταραχή (Hilker et al., 2018). Επιπλέον, σύμφωνα με την νευροψυχολογία τα ψυχωτικά επεισόδια σχετίζονται με τη δυσλειτουργία νευροδιαβιβαστών, κυρίως της ντοπαμίνης (dopamine hypothesis) αλλά και του γλουταμικού οξέος (glutamate hypothesis). Η υπερδιέγερση των ντοπαμινεργικών νευρώνων στον εγκέφαλο θεωρείται ότι συνδέεται με την εμφάνιση συμπτωμάτων όπως παραισθήσεις και παραληρητικές ιδέες (Howes & Murray, 2014; McCutcheon et al., 2020).
Χρήση ουσιών
Η χρήση ορισμένων ψυχοδραστικών ουσιών μπορεί να προκαλέσει ή να πυροδοτήσει ψυχωτικά επεισόδια (Drug Induced Psychosis – DIP ). Για παράδειγμα, η κάνναβη, ειδικά σε υψηλή περιεκτικότητα THC και σε νεαρή ηλικία, συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης πρώτου επεισοδίου ψύχωσης και σχιζοφρένειας με ποσοστό 3% (Di Forti et al., 2019). Άλλες ουσίες όπως LSD, αμφεταμίνες ή κοκαΐνη μπορούν επίσης να προκαλέσουν παροδικά ψυχωτικά συμπτώματα (UNODC, 2023).
Σωματικές παθήσεις ή νευρολογικές διαταραχές
Ορισμένες σωματικές ή νευρολογικές καταστάσεις μπορεί να προκαλέσουν δευτερογενή ψυχωτικά συμπτώματα. Παραδείγματος χάριν:
Νευροεκφυλιστικές νόσοι (π.χ. νόσος του Alzheimer ή Parkinson).
Επιληψία
Λοιμώξεις που επηρεάζουν το κεντρικό νευρικό σύστημα.
Μεταβολικές ή ενδοκρινικές διαταραχές (American Psychiatric Association, 2015; Llorca et al., 2016).
Αυτοάνοσα νοσήματα (American Psychiatric Association, 2015)
Πριν γίνει διάγνωση πρωτογενούς ψυχωτικής διαταραχής κρίνεται απαραίτητη η αξιολόγηση των παραπάνω αιτιών για τον αποκλεισμό παθολογικών παραγόντων (Jauhar et al., 2022).
Φάσεις ψυχωτικού επεισοδίου:
Ένα ψυχωτικό επεισόδιο έχει τρείς φάσεις; Η πρώτη ονομάζεται πρόδρομη φάση, η δεύτερη οξεία και η Τρίτη ονομάζεται φάση ανάρρωσης. Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι η κλινική εικόνα από άτομο σε άτομο διαφέρει καθώς και ο κάθε άνθρωπος βιώνει διαφορετικά τη κάθε φάση.
- Πρόδρομη φάση: Πριν από το ψυχωτικό επεισόδιο, παρατηρούνται μη ειδικές αλλαγές στον τρόπο σκέψης, αντίληψης, συμπεριφοράς και στη λειτουργικότητα του ατόμου. Η πρώτη φάση ξεκινάει όταν το άτομο βιώνει τις προαναφερθείσες αλλαγές στον εαυτό του αλλά δεν έχει αρχίσει να βιώνει ψυχωτικά συμπτώματα.
- Οξεία φάση: Σε αυτό το στάδιο το άτομο βιώνει τα ψυχωτικά συμπτώματα όπως οι παραληρητικές ιδέες, οι ψευδαισθήσεις, την αποδιοργανωμένη σκέψη ή και συμπεριφορά.
- Φάση ανάρρωσης: Σε αυτό το στάδιο σημαντικό ρόλο έχει το ίδιο το άτομο και η βαρύτητα των συμπτωμάτων, μέσα σε λίγες μέρες ή εβδομάδες μετά την έναρξη της θεραπείας, μεγάλο ποσοστό ατόμων ξεκινούν να ανακάμπτουν (Jauhar et al., 2022).
Πόσο διαρκεί ένα ψυχωτικό επεισόδιο:
Ένα ψυχωτικό επεισόδιο διαρκεί ένα με δύο μήνες, αν πρόκειται για βραχεία αντιδραστική ψύχωση. Τις περισσότερες φορές όμως, ένα ψυχωτικό επεισόδιο είναι μέρος μίας χρόνιας κατάστασης, ψύχωσης ή ψυχωτικής διαταραχής.
Πως γίνεται η διάγνωση:
Η διάγνωση ενός ψυχωτικού επεισοδίου είναι κλινική και βασίζεται στη συστηματική αξιολόγηση από ψυχίατρο. Η διάγνωση στηρίζεται σε συνομιλία-κλινική συνέντευξη, παρατήρηση, διαγνωστικά κριτήρια, εξέταση για παθολογικά αίτια(American Psychiatric Association, 2015).
Κλινική συνέντευξη
Ο ψυχίατρος ή ψυχολόγος συλλέγει λεπτομερές για το ιστορικό που περιλαμβάνει:
Περιγραφή των συμπτωμάτων (πότε ξεκίνησαν, ποια είναι, πόσο έντονα).
- Ιστορικό προηγούμενων επεισοδίων.
- Οικογενειακό ιστορικό ψυχικών διαταραχών.
- Χρήση ουσιών.
- Ιατρικό ιστορικό (McCutcheon et al., 2023).
Παράλληλα, παρατηρεί τη συμπεριφορά, τον λόγο και την συναισθηματική έκφραση του ατόμου για ενδείξεις αποδιοργάνωσης ή ψευδαισθήσεων (Jauhar et al., 2022).
Διαγνωστικά κριτήρια
Οι πιο συχνές μέθοδοι ταξινόμησης είναι το DSM-5 (Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders), καθώς και το ICD-10 (International Statistical Classification of Diseases and Related Health Problems, 10th Revision) που καθορίζουν ότι ένα ψυχωτικό επεισόδιο χαρακτηρίζεται από παρουσία ενός ή περισσότερων συμπτωμάτων (παραισθήσεις, παραληρητικές ιδέες, αποδιοργανωμένος λόγος/συμπεριφορά) για συγκεκριμένη χρονική διάρκεια (American Psychiatric Association, 2015).
Οι ψυχώσεις περιλαμβάνουν τις εξής ψυχιατρικές διαγνώσεις:
- Βραχύ ψυχωτικό επεισόδιο.
- Σχιζοφρένεια.
- Παράνοια
- Σχιζοσυναισθηματική διαταραχή.
- Ψυχωτική διαταραχή.
Η διάκριση μεταξύ αυτών των διαγνώσεων είναι κρίσιμη για την κατάλληλη θεραπεία (Kahn et al., 2015).
Μέθοδοι θεραπείας:
Για την αντιμετώπιση ενός ψυχωτικού επεισοδίου απαιτείται συνδυαστική θεραπευτική προσέγγιση η οποία περιλαμβάνει φαρμακοθεραπεία, ψυχοθεραπεία, και υποστήριξη στο οικογενειακό περιβάλλον. Ο σκοπός της θεραπείας είναι ο έλεγχος των συμπτωμάτων, η μείωση του κινδύνου υποτροπής και η επανένταξη στη καθημερινότητα του ατόμου (Kahn et al., 2015; McGorry et al., 2022). Ζητήστε βοήθεια το συντομότερο δυνατό, όσο πιο γρήγορα παρέμβει κάποιος με φαρμακευτική αγωγή τόσο καλύτερα θα είναι τα αποτελέσματα.
Φαρμακευτική αγωγή:
Η πιο συχνή φαρμακευτική αγωγή για την αντιμετώπιση των ψυχωτικών συμπτωμάτων είναι τα αντιψυψωτικά φάρμακα, που ρυθμίζουν την υπερδραστηριότητα της ντοπαμίνης στον εγκέφαλο με αποτέλεσμα τη μείωση των παραισθήσεων και των παραληρητικών ιδεών (Howes & Kapur, 2009). Επιπλέον υπάρχουν τρείς κατηγορίες αντιψυχωτικών. Η πρώτη κατηγορία ονομάζεται πρώτης γενιάς ή τυπικά αντιψυχωτικά όπως η χλωροπρομαζίνη (Thorazine, Largactyl), πριν την ανακάλυψη της οι ψυχώσεις αντιμετωπιζόντουσαν μόνο με κατασταλτικά φάρμακα, σωματικό περιορισμό του ασθενούς, λοβοτομή και άλλες βάρβαρες πρακτικές. Το μειονέκτημα αυτής της γενιάς φαρμάκων ήταν οι παρενέργειες από το εξωπυραμιδικό νευρικό σύστημα- είναι το σύστημα που συντονίζει τους μύες και τις ακούσιες κινήσεις χωρίς τη δική μας θέληση. Η δεύτερη κατηγορία ονομάζεται δεύτερης γενιάς ή αλλιώς άτυπα όπως η ρισπεριδόνη (Risperdal- 1996) τα οποία προκαλούν πολύ λιγότερες παρενέργειες από το εξωπυραμιδικό νευρικό σύστημα και αυτός ήταν ο σκοπός τους να μειώσουν τις παρενέργειες. Παρόλα αυτά τα δεύτερης γενιάς, επεμβαίνουν στον μεταβολισμό του ανθρώπου με αποτέλεσμα την αύξηση της γλυκόζης και των λιπιδίων στο αίμα. Και η τελευταία κατηγορία, το τρίτης γενιάς-άτυπα αντιψυχωτικό αριπιπραζόλη (Abilify), εμφανίστηκε το 2004 και δεν έχει παρενέργειες τόσο από το εξωπυραμιδικό νευρικό σύστημα όσο και από τον μεταβολισμό. (Kishi et al., 2020)
Ψυχοθεραπεία:
Σε αυτή τη περίπτωση είναι απαραίτητη η παρακολούθηση από ψυχίατρο για μήνες ώστε να ελεγχθεί η πορεία του ατόμου και η λήψη της αγωγής. Η Γνωσιακή Συμπεριφοριστική Θεραπεία (CBT) τροποποιημένη για τη ψύχωση, βοηθά στη διαχείριση των παραληρητικών ιδεών εστιάζοντας στις σκέψεις του ατόμου, για μία επιτυχή θεραπεία χρειάζεται να συνδέεται με την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή (Wykes et al., 2008; Jauhar et al., 2014). Όταν το άτομο βρίσκεται στην οξέα φάση ενός επεισοδίου ή πρόκειται για άτομο με χαμηλή εναισθησία σημαντικό ρόλο έχει η συναισθηματική σταθερότητα που και ενίσχυση που προσφέρεται μέσα από οποιαδήποτε μορφή ψυχοθεραπείας (Morrison et al., 2020). Τέλος, μέρος της ψυχοθεραπείας, πρέπει να είναι και η ψυχοεκπαίδευση, τόσο του ασθενούς όσο και του οικογενειακού περιβάλλοντος. Χρειάζεται να ενημερωθούν γι τη φύση της διαταραχής, για τη σημασία της σταθερότητας στη λήψη των φαρμάκων, τη διαχείριση του στρες που μπορεί να προκληθεί από αυτή τη νέα συνθήκη και να εκπαιδευτούν σε νέους τρόπους επικοινωνίας και διαχείρισης συγκρούσεων.
Ο συνδυασμός τόσο της φαρμακευτικής αγωγής όσο και της ψυχοθεραπείας αποτελούν τη βάση της σύγχρονης ψυχιατρικής φροντίδας και είναι αποτελεσματικός συνδυασμός για τη διαχείριση και πρόληψη των ψυχωτικών επεισοδίων (McCutcheon et al., 2023).
Πότε πρέπει να ζητήσουμε βοήθεια:
Η έγκαιρη αναγνώριση των συμπτωμάτων και η παρέμβαση είναι κρίσιμη για την πορεία ενός ψυχωτικού επεισοδίου. Όσο πιο γρήγορα ξεκινήσει η κατάλληλη θεραπεία, τόσο καλύτερη είναι η πρόγνωση για το άτομο, μειώνοντας τον κίνδυνο χρόνιας αναπηρίας και υποτροπών (Marshall & Rathbone, 2011; McGorry et al., 2022).
Πρόγνωση και πορεία:
Συνήθως η πρόγνωση ενός ψυχωτικού επεισοδίου είναι καλή, η διάρκεια του δε ξεπερνά τους δύο μήνες, Συχνά όμως το πρώτο επεισόδιο αποτελεί μέρος μιας χρόνιας ψύχωσης ή ψυχωσικής διαταραχής (ICD-10: F20-29) και σε αυτή τη περίπτωση χρειάζεται μακροχρόνια θεραπεία με αντιψυχωσικά- κυρίως αν συμβεί και δεύτερο επεισόδιο. Η φαρμακευτική αγωγή χρειάζεται 2-6 εβδομάδες για να δράσει. Όταν εμφανίζεται το πρώτο ψυχωτικό επεισόδιο χορηγούνται αντιψυχωτικά φάρμακα για ένα διάστημα έως και ενός έτους και τότε γίνεται επαναξιολόγηση του ασθενή. Στην περίπτωση που πρόκειται για μεμονωμένο επεισόδιο μπορεί να μην είναι απαραίτητη η χρόνια αγωγή σε αντίθετη περίπτωση χρειάζεται χρόνια παρακολούθηση και οι περισσότεροι ασθενείς κάνουν παραπάνω από ένα ψυχωτικό επεισόδιο (Kane et al., 2016).
Συχνές ερωτήσεις (FAQ):
Τι διαφορά έχει η ψύχωση από τη σχιζοφρένεια;
Η ψύχωση ή αλλιώς ψυχωτική διαταραχή είναι ψυχιατρική πάθηση κατά την οποία το άτομο χάνει εν μέρη την επαφή με τη πραγματικότητα ή αλλάζει ο τρόπος που βιώνει τη πραγματικότητα ή οι ψυχικές και νοητικές λειτουργίες αποδιοργανώνονται ( McCutcheon et al., 2023).
Η σχιζοφρένεια είναι μία χρόνια ψυχιατρική διαταραχή που χαρακτηρίζεται από επαναλαμβανόμενα ψυχωτικά επεισόδια. Εμπεριέχει τη ψύχωση αλλά το αντίστροφο δεν ισχύει (American Psychiatric Association, 2022).
Πόσο διαρκεί ένα ψυχωτικό επεισόδιο ;
Ένα πρώτο, μεμονωμένο ψυχωτικό επεισόδιο διαρκεί ένα με δύο μήνες, εφόσον πρόκειται για βραχεία αντιδραστική ψύχωση. Συχνά όμως το πρώτο επεισόδιο αποτελεί μέρος μιας χρόνιας ψύχωσης (ICD-10: F20-29) και χρειάζεται μακροχρόνια αγωγή με αντιψυχωσικά.
Μπορεί να περάσει χωρίς φαρμακευτική αγωγή;
Όχι, το να μείνει ένας ασθενής χωρίς την απαραίτητη φαρμακευτική αγωγή έχει καταστροφικές συνέπειες. Ούτε οι εναλλακτικές θεραπείες όπως ομοιοπαθητική μπορούν να αντιμετωπίσουν το ψυχωτικό επεισόδιο. Χρειάζεται η χορήγηση αντιψυχωτικών φαρμάκων από ψυχίατρο και παρακολούθηση.
Είναι επικίνδυνο το άτομο που περνά ένα ψυχωτικό επεισόδιο ;
Η πλειοψηφία των ανθρώπων με ψύχωση δεν είναι βίαιοι (Large & Nielssen, 2011). Όμως σε οξεία φάση αποδιοργάνωσης ή έντονων παραληρητικών ιδεών, μπορεί να υπάρξει κίνδυνος για τον εαυτό τους ή τους άλλους (Fazel et al., 2009).
Συμπεράσματα:
Το ψυχωτικό επεισόδιο αποτελεί μια σοβαρή κλινική κατάσταση που επηρεάζει σε βάθος τη σκέψη, την αντίληψη και τη συμπεριφορά του ατόμου. Εμφανίζονται συμπτώματα όπως οι παραισθήσεις και οι παραληρητικές ιδέες. Η διάγνωση ενός ψυχωτικού επεισοδίου, αποτελείται από λεπτομερή ψυχιατρική αξιολόγηση αλλά και από άλλες ειδικότητες για τον αποκλεισμό οργανικών αιτιών. Η θεραπεία συνδυάζεται τόσο από ψυχοθεραπεία όσο και από φαρμακευτική αγωγή με αντιψυχωτικά φάρμακα.
Η σωστή ενημέρωση μπορεί να συμβάλει στη μείωση του στίγματος και η έγκαιρη παρέμβαση να επιφέρει καλύτερα αποτελέσματα στη θεραπεία.
Ο ρόλος της roē:
Η εμπειρία ενός ψυχωτικού επεισοδίου συχνά επηρεάζει όχι μόνο το άτομο που το βιώνει, αλλά και τους σημαντικούς Άλλους που προσπαθούν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της κατάστασης. Η αιφνίδια εμφάνιση τέτοιων επεισοδίων μπορεί να προκαλέσει δυσκολία στην κατανόηση και τη διαχείριση της καθημερινότητας.
Στη roē, τα περιστατικά προσεγγίζονται με σεβασμό και επιστημονική ευαισθησία, εντός ενός ασφαλούς και δομημένου ψυχοθεραπευτικού περιβάλλοντος. Σε ψυχοθεραπευτικό πλαίσιο, δίνεται η δυνατότητα υποστήριξης με στόχο την επεξεργασία της εμπειρίας, την αποκατάσταση της λειτουργικότητας και τη σταδιακή ενίσχυση της αίσθησης σταθερότητας. Όπου υπάρχει ήδη ψυχιατρική παρακολούθηση, η ψυχολογική υποστήριξη μπορεί να λειτουργήσει συμπληρωματικά, συμβάλλοντας στη διαχείριση των ψυχολογικών παραμέτρων και στην ενίσχυση της συνέπειας ως προς τη φαρμακευτική αγωγή.
Σε περιπτώσεις χωρίς προηγούμενη ψυχιατρική αξιολόγηση, είναι δυνατόν να εντοπιστούν ενδείξεις που ενδεχομένως απαιτούν ιατρική παρέμβαση. Η πρόταση παραπομπής γίνεται με προσαρμογή στις ανάγκες και την ετοιμότητα του ατόμου.
Παρέχεται επίσης δυνατότητα υποστήριξης προς μέλη της οικογένειας ή του στενού περιβάλλοντος, τα οποία συχνά καλούνται να διαχειριστούν επιπλέον συναισθηματική δυσφορία.
Βιβλιογραφία
Alvarez-Jimenez, M., Priede, A., Hetrick, S. E., Bendall, S., Killackey, E., Parker, A. G., McGorry, P. D., & Gleeson, J. F. (2012). Risk factors for relapse following treatment for first episode psychosis: A systematic review and meta-analysis of longitudinal studies. Schizophrenia Research, 139(1–3), 116–128. https://doi.org/10.1016/j.schres.2012.05.007
American Psychiatric Association. (2022). Diagnostic and statistical manual of mental disorders, fifth edition, text revision (DSM-5-TR®). American Psychiatric Association Publishing.
Correll, C. U., & Schooler, N. R. (2020). Νegative symptoms in schizophrenia: A review and Clinical Guide for recognition, assessment, and treatment<p></p>. Neuropsychiatric Disease and Treatment, Volume 16, 519–534. https://doi.org/10.2147/ndt.s225643
Di Forti, M., Quattrone, D., Freeman, T. P., Tripoli, G., Gayer-Anderson, C., Quigley, H., Rodriguez, V., Jongsma, H. E., Ferraro, L., La Cascia, C., La Barbera, D., Tarricone, I., Berardi, D., Szöke, A., Arango, C., Tortelli, A., Velthorst, E., Bernardo, M., Del-Ben, C. M., … van der Ven, E. (2019). The contribution of cannabis use to variation in the incidence of psychotic disorder across Europe (EU-gei): A multicentre case-control study. The Lancet Psychiatry, 6(5), 427–436. https://doi.org/10.1016/s2215-0366(19)30048-3
Emotion–action–fusion, intrusive thoughts, and psychosis. (2019). Schizophrenia Bulletin, 47(1), 3–3. https://doi.org/10.1093/schbul/sbz084
Fazel, S., Gulati, G., Linsell, L., Geddes, J. R., & Grann, M. (2009). Schizophrenia and violence: Systematic review and meta-analysis. PLoS Medicine, 6(8). https://doi.org/10.1371/journal.pmed.1000120
Fusar-Poli, P., Salazar de Pablo, G., Correll, C. U., Meyer-Lindenberg, A., Millan, M. J., Borgwardt, S., Galderisi, S., Bechdolf, A., Pfennig, A., Kessing, L. V., van Amelsvoort, T., Nieman, D. H., Domschke, K., Krebs, M.-O., Koutsouleris, N., McGuire, P., Do, K. Q., & Arango, C. (2020). Prevention of psychosis. JAMA Psychiatry, 77(7), 755. https://doi.org/10.1001/jamapsychiatry.2019.4779
Hilker, R., Helenius, D., Fagerlund, B., Skytthe, A., Christensen, K., Werge, T. M., Nordentoft, M., & Glenthøj, B. (2018). Heritability of schizophrenia and schizophrenia spectrum based on the nationwide Danish Twin Register. Biological Psychiatry, 83(6), 492–498. https://doi.org/10.1016/j.biopsych.2017.08.017
Howes, O. D., & Murray, R. M. (2014). Schizophrenia: An Integrated Sociodevelopmental-cognitive model. The Lancet, 383(9929), 1677–1687. https://doi.org/10.1016/s0140-6736(13)62036-x
Insel, T. R. (2010). Rethinking schizophrenia. Nature, 468(7321), 187–193. https://doi.org/10.1038/nature09552
Jauhar, S., McKenna, P. J., Radua, J., Fung, E., Salvador, R., & Laws, K. R. (2014). Cognitive–behavioural therapy for the symptoms of schizophrenia: Systematic review and meta-analysis with examination of potential bias. British Journal of Psychiatry, 204(1), 20–29. https://doi.org/10.1192/bjp.bp.112.116285
Jauhar, Sameer, Johnstone, M., & McKenna, P. J. (2022). Schizophrenia. The Lancet, 399(10323), 473–486. https://doi.org/10.1016/s0140-6736(21)01730-x
Kahn, R. S., Sommer, I. E., Murray, R. M., Meyer-Lindenberg, A., Weinberger, D. R., Cannon, T. D., O’Donovan, M., Correll, C. U., Kane, J. M., van Os, J., & Insel, T. R. (2015). Schizophrenia. Nature Reviews Disease Primers, 1(1). https://doi.org/10.1038/nrdp.2015.67
Kane, J. M., Robinson, D. G., Schooler, N. R., Mueser, K. T., Penn, D. L., Rosenheck, R. A., Addington, J., Brunette, M. F., Correll, C. U., Estroff, S. E., Marcy, P., Robinson, J., Meyer-Kalos, P. S., Gottlieb, J. D., Glynn, S. M., Lynde, D. W., Pipes, R., Kurian, B. T., Miller, A. L., … Heinssen, R. K. (2016). Comprehensive versus usual community care for first-episode psychosis: 2-year outcomes from the NIMH raise early treatment program. American Journal of Psychiatry, 173(4), 362–372. https://doi.org/10.1176/appi.ajp.2015.15050632
Large, M. M., & Nielssen, O. (2011). Violence in first-episode psychosis: A systematic review and meta-analysis. Schizophrenia Research, 125(2–3), 209–220. https://doi.org/10.1016/j.schres.2010.11.026
Llorca, P. M., Abbar, M., Courtet, P., Guillaume, S., Lancrenon, S., & Samalin, L. (2013). Guidelines for the use and management of long-acting injectable antipsychotics in serious mental illness. BMC Psychiatry, 13(1). https://doi.org/10.1186/1471-244x-13-340
Marshall, M., & Rathbone, J. (2011). Early intervention for psychosis. Cochrane Database of Systematic Reviews. https://doi.org/10.1002/14651858.cd004718.pub3
Mathias, S. R., Knowles, E. E., Barrett, J., Leach, O., Buccheri, S., Beetham, T., Blangero, J., Poldrack, R. A., & Glahn, David. C. (2017). The processing-speed impairment in psychosis is more than just accelerated aging. Schizophrenia Bulletin. https://doi.org/10.1093/schbul/sbw168
McCutcheon, R. A., Reis Marques, T., & Howes, O. D. (2020). Schizophrenia—an overview. JAMA Psychiatry, 77(2), 201. https://doi.org/10.1001/jamapsychiatry.2019.3360
McGorry, P. D., & Killackey, E. J. (2002). Early intervention in psychosis: A new evidence based paradigm. Epidemiology and Psychiatric Sciences, 11(4), 237–247. https://doi.org/10.1017/s1121189x00005807
Penttilä, M., Jääskeläinen, E., Hirvonen, N., Isohanni, M., & Miettunen, J. (2014). Duration of untreated psychosis as predictor of long-term outcome in schizophrenia: Systematic review and meta-analysis. British Journal of Psychiatry, 205(2), 88–94. https://doi.org/10.1192/bjp.bp.113.127753
Van Os, J., & Reininghaus, U. (2016). Psychosis as a transdiagnostic and extended phenotype in the general population. World Psychiatry, 15(2), 118–124. https://doi.org/10.1002/wps.20310
Wunderink, L., Nieboer, R. M., Wiersma, D., Sytema, S., & Nienhuis, F. J. (2013). Recovery in remitted first-episode psychosis at 7 years of follow-up of an early dose reduction/discontinuation or maintenance treatment strategy. JAMA Psychiatry, 70(9), 913. https://doi.org/10.1001/jamapsychiatry.2013.19
Yung, A. R., Nelson, B., Thompson, A., & Wood, S. J. (2010). The psychosis threshold in ultra high risk (prodromal) research: Is it valid? Schizophrenia Research, 120(1–3), 1–6. https://doi.org/10.1016/j.schres.2010.03.014